Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

«Δεν στέκει» η αναδρομική παρέμβαση στα οικονομικά των φωτοβολταϊκών


Όχι μόνον καταστροφική για τον κλάδο, αλλά και αδύνατη, καθώς αντίκειται στις κατευθύνσεις των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν μπορεί να «σταθεί» σε νομικό επίπεδο, θεωρούν την οποιαδήποτε παρέμβαση στα οικονομικά υφιστάμενων επιχειρήσεων φωτοβολταϊκών, παράγοντες της αγοράς που έχουν μελετήσει επισταμένως το θέμα.
Σύμφωνα με τους ίδιους παράγοντες, μπορεί σε επίπεδο διοικητικών υπαλλήλων της Κομισιόν να συζητούνται κατά καιρούς διάφορα θέματα, ωστόσο σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας της Κομισιόν η θέση σχετικά με την αναδρομική εφαρμογή μέτρων είναι απόλυτα αρνητική.
Αναφέρουν για παράδειγμα, μιλώντας στο energypress, ότι η επιβολή έκτακτης φορολογικής εισφοράς σε λειτουργούσες μονάδες φωτοβολταϊκών, έχει συναντήσει στο παρελθόν την ρητή αντίδραση της Κομισιόν.
Συγκεκριμένα με αφορμή την επιβολή έκτακτης εισφοράς σε φωτοβολταϊκούς σταθμούς στην Τσεχία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέτρεψε τότε τα Κράτη-Μέλη να απέχουν από την επιβολή αναδρομικών μέτρων στα καθεστώτα ενίσχυσης, αφού κάτι τέτοιο θα κλόνιζε την εμπιστοσύνη των επενδυτών (“retroactive changes to support schemes should be avoided given the negative effect such changes have on investors' confidence”).
Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και σχετική επιστολή των αρμοδίων Επιτρόπων Connie Hedergaard και Guenther Oettinger προς την κυβέρνηση της Τσεχίας τον Ιανουάριο του 2011, στην οποία εκφράζεται η αντίθεση με οποιαδήποτε αναδρομική επιβολή μέτρων και τονίζεται ότι το κλειδί για την ανάπτυξη είναι το στεθερό επενδυτικό πλαίσιο. «Η επίσημη θέση της Κομισιόν είναι αυτή και δεν έχει αλλάξει» λέγεται χαρακτηριστικά.
Δεν υπάρχει προηγούμενο για υφιστάμενες ταρίφες
Πρέπει να σημειωθεί ότι σε καμία χώρα δεν υπήρξε μέχρι σήμερα άμεσα αναδρομική μείωση των εγγυημένων τιμών σε υφιστάμενες συμβάσεις. Κάτι τέτοιο είναι παράνομο και νομικά μαχητό για τους θιγόμενους επενδυτές, οι οποίοι θα μπορούσαν να απαιτήσουν αποζημιώσεις για διαφυγόντα κέρδη.
Τι έγινε σε Ισπανία και Τσεχία
Εκείνο που έγινε σε δύο χώρες (Ισπανία και Τσεχία) είναι η έμμεση μείωση των ενισχύσεων των ηλεκτροπαραγωγών, είτε με την επιβολή πλαφόν στην ποσότητα της ενέργειας που αποζημιώνεται ετησίως (περίπτωση Ισπανίας) είτε με την επιβολή μιας έκτακτης εισφοράς για μια περίοδο σε επενδύσεις φωτοβολταϊκών (περίπτωση Τσεχίας).
Συγκεκριμένα, στην Ισπανία υπήρξε πλαφόν στις ετήσια παραγόμενες κιλοβατώρες ανά εγκατεστημένο κιλοβάτ (kWh/kWp) που δικαιούνται την ταρίφα (το πλαφόν για τα έτη 2012-2013 ετέθη στις 1.250 kWh/kWp). Αυτό έγινε γιατί οι επενδυτές, εκμεταλλευόμενοι μια ασάφεια της νομοθεσίας, εγκαθιστούσαν μεγαλύτερη ισχύ απ’ ότι είχε αρχικά αδειοδοτηθεί και έτσι επιβάρυναν περισσότερο απ’ ότι είχε υπολογιστεί τον λογαριασμό ενίσχυσης των ΑΠΕ (στην Ελλάδα δεν ισχύει κάτι τέτοιο). Από το 2014 και μετά, το πλαφόν ορίζεται σε 1.230 - 1.750 kWh/kWp ανάλογα με την κλιματική ζώνη που είναι εγκατεστημένο το φωτοβολταϊκό (και ανάλογα με το αν διαθέτει trackers ή όχι). Σε αντιστάθμισμα αυτών των περικοπών, η διάρκεια των εγγυημένων τιμών ανά συμβόλαιο επεκτάθηκε από τα 25 στα 28 έτη.
Στην περίπτωση της Τσεχίας υπήρξε έκτακτη εισφορά (Solar Tax) για όσους εγκατέστησαν συστήματα το 2009 και 2010 (και μόνο γι’ αυτούς). Η έκτακτη αυτή εισφορά ήταν 26% επί των εσόδων και έχει τριετή διάρκεια (2011-2013).
Η χειρότερη στιγμή
Όπως αναφέρουν στο energypress οι ίδιοι παράγοντες της αγοράς, «επί της ουσίας, ακόμη και αν δεχτούμε ότι κάποια αναδρομικά μέτρα θα ήταν θεμιτά λόγω της κρίσης (και βέβαια όχι επιλεκτικά για τα φωτοβολταϊκά αλλά για όλες τις ΑΠΕ), δεν υπάρχει χειρότερη χρονική στιγμή για την επιβολή τους» και εξηγούν: Μιας και μιλάμε για λειτουργούντα έργα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ενδιαμέσως μεσολάβησαν τα εξής:
  1. Αυξήθηκε ο φόρος μερισμάτων των εταιριών από 10% σε 25%, μειώνοντας σημαντικά την αποδοτικότητα και κερδοφορία των επενδύσεων.
  2. Ο ΛΑΓΗΕ καθυστερεί σημαντικά την καταβολή των πληρωμών προς τους παραγωγούς ΑΠΕ, προξενώντας σημαντικά προβλήματα ρευστότητας στις εταιρίες, οι οποίες συχνά δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τα δάνεια προς τις Τράπεζες, να αποδώσουν ΦΠΑ ή και να διασφαλίσουν ακόμη τη φορολογική τους ενημερότητα.