Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

Μ. Αποστόλου: Βγάζουν στο σφυρί άδειες για μικρά φωτοβολταϊκά


Η όξυνση της κρίσης στην ελληνική οικονομία, καθώς και τα μεγάλα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα "φρενάρουν" τις επενδύσεις σε έναν από τους πλέον "υποσχόμενους" κλάδους, αυτόν των ΑΠΕ.
Ειδικότερα οσον αφορά τα φωτοβολταϊκά, σύμφωνα με εκτιμήσεις του αντιπροέδρου της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, Κώστα Δανιηλίδη, "από τα 1.500 συμβολαιοποιημένα MW δεν πρόκειται να υλοποιηθεί ούτε ένα, γιατί υπάρχει μηδενική ρευστότητα και κλυδωνίζεται ο ΔΕΣΜΗΕ".
"Εχουν παγώσει"
Ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Επενδυτών Φωτοβολταϊκών, Νίκος Καλογεράκης, υπογραμμίζει στο "ΕτΚ" ότι "έχουν ''παγώσει'' όλες οι επενδύσεις. Ακόμη και αυτοί που καταφέρνουν να πάρουν δάνειο, πληρώνουν επιτόκια, που ξεπερνούν το 10%. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να ενισχυθεί άμεσα η ρευστότητα του ΔΕΣΜΗΕ, ώστε να λειτουργήσει ομαλά η αγορά, αφού ένα μεγάλο μέρος του Ειδικού Τέλους για τις ΑΠΕ πηγαίνει σε... ορυκτά καύσιμα".
Επενδυτές, δηλαδή, οι οποίοι έχουν πληρώσει μέχρι και... 50.000 ευρώ για μελέτες και για την απόκτηση των απαραίτητων αδειών έως ότου εξασφαλίσουν το περίφημο 20ετές συμβόλαιο με τη ΔΕΗ, δεν μπορούν να ξεκινήσουν τις εργασίες ελλείψει... χρημάτων.
Σημειώνεται ότι στο Σύστημα έχουν μπει μόλις 350 MW περίπου από ηλιακή ενέργεια, ενώ οι αιτήσεις μικρομεσαίων επενδυτών που βρίσκονται σε εκκρεμότητα (άνω των 10 kW και εξαιρουμένων των αγροτικών) έφταναν στο τέλος του εννεαμήνου τα 4.412,5 MW (348,5 MW με άδεια εγκατάστασης, 2.117 MW με προσφορά σύνδεσης και 1.947 MW με άδεια παραγωγής).
Συμβάσεις
Για αρκετούς επενδυτές το 18μηνο (που είναι η προθεσμία για την υλοποίηση της επένδυσης μετά την υπογραφή σύμβασης με τον ΔΕΣΜΗΕ) πλησιάζει απειλητικά και δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι, έχοντας συμβολαιοποιημένες συμβάσεις, επιθυμούν να "πουλήσουν" τις άδειες σε εταιρείες που έχουν υψηλή ρευστότητα ή τη δυνατότητα τραπεζικού δανεισμού.
Οι τιμές στις οποίες γίνονται οι αγοραπωλησίες εξαρτώνται από τη δυναμικότητα της "άδειας", τη θέση του οικοπέδου και κυρίως από την τιμή που έχει "κλειδώσει" η σύμβαση με τον ΔΕΣΜΗΕ, αν και οι τιμές βαίνουν ολοένα μειούμενες.
Παράλληλα, για τα αγροτικά φωτοβολταϊκά (?100 kW) ο κ. Καλογεράκης επισημαίνει ότι περίπου προ διμήνου καταργήθηκε διάταξη η οποία επέτρεπε την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε γη υψηλής παραγωγικότητας μέχρι ποσοστού 1% σε κάθε νομό.
Ετσι, πολλές πολεοδομίες έχουν σταματήσει να δίνουν το πράσινο φως για εργασίες μικρής κλίμακας σε τέτοιες εκτάσεις, δημιουργώντας έτσι μεγάλο πρόβλημα στα προγράμματα και στους σχεδιασμούς των επενδυτών.
Χρηματιστήριο
Οι τιμές στις οποίες γίνονται οι αγοραπωλησίες εξαρτώνται από τη δυναμικότητα της "άδειας", τη θέση του οικοπέδου και κυρίως από την τιμή που έχει "κλειδώσει" η σύμβαση με τον ΔΕΣΜΗΕ, αν και οι τιμές βαίνουν ολοένα μειούμενες.
 (Έθνος της Κυριακής, 20/11/2011)

Γνωμοδότηση για αυξημένη ταρίφα σε όσους βάζουν ελληνικό εξοπλισμό φωτοβολταϊκών


Τη θεσμοθέτηση ειδικών κινήτρων για τους επενδυτές που χρησιμοποιούν φωτοβολταϊκό εξοπλισμό εγχώριας κατασκευής ετοιμάζονται να διεκδικήσουν οι ελληνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο κλάδο, ενώ και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ δεν είναι αντίθετη σε μια τέτοια προοπτική αρκεί βεβαίως να μπορεί να «περάσει» από τις κοινοτικές υπηρεσίες που ελέγχουν ζητήματα ανταγωνισμού.
Η λογική των ελληνικών εταιρειών είναι η εξής: Ο έλληνας καταναλωτής χρηματοδοτεί, σε μεγάλο βαθμό, την ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών έργων και συνεπώς δικαιούται, ειδικά στη σημερινή συγκυρία, να έχει «επιστροφή» από τα έργα αυτά, κυρίως με την αύξηση των θέσεων εργασίας. Με δεδομένο ότι υπάρχει στη χώρα μας μια αρκετά σημαντική βιομηχανία, τόσο σε επίπεδο φωτοβολταϊκών πάνελς όσο και σε επίπεδο βάσεων στήριξης και λοιπού εξοπλισμού, θα πρέπει να δίνεται μια επιπλέον ενίσχυση στις εταιρείες που εξασφαλίζουν αυξημένη εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Το βασικό ερώτημα βέβαια είναι αν μπορεί μια τέτοια πολιτική να «σταθεί» νομικά και φαίνεται ότι «υπάρχει φως». Συγκεκριμένα, για τη διερεύνηση της συμβατότητας με το ενωσιακό δίκαιο πιθανών μέτρων στήριξης της εγχώριας βιομηχανίας φωτοβολταϊκών, γνωστή ελληνική εταιρεία εξοπλισμού ανέθεσε τη σύνταξη νομικής γνωμοδότησης στην εξειδικευμένη σε ζητήματα ενέργειας και δικαίου ανταγωνισμού δικηγορική εταιρεία «Μεταξάς & Συνεργάτες».
Μέσω feed in tariff
Ειδικότερα εξετάστηκε η συμβατότητα με το ευρωπαϊκό δίκαιο μιας πιθανής πριμοδότησης του χρήστη φωτοβολταϊκού εξοπλισμού εγχώριας κατασκευής, διαμέσου αντίστοιχης διαμόρφωσης του feed in tariff. Δηλαδή να έχει μια αυξημένη ταρίφα – και άρα ένα σοβαρό κίνητρο - ο επενδυτής φωτοβολταϊκών εάν χρησιμοποιεί εξοπλισμό ελληνικής κατασκευής.
Σύμφωνα λοιπόν με την επιστημονική αυτή γνωμοδότηση το ερώτημα μπορεί να έχει θετική απάντηση. Όπως αναφέρει, μιλώντας στο energypress ο Δρ Αντώνης Μεταξάς «το πόρισμα της συγκεκριμένης νομικής ανάλυσης που πραγματοποιήσαμε είναι ότι μία τέτοια πριμοδότηση δεν μπορεί να θεωρηθεί a priori ασυμβίβαστη με το ευρωπαϊκό δίκαιο κρατικών ενισχύσεων. Στοχευμένη κριτική ανάλυση της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε συνδυασμό με το ισχύον ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι λαμβανομένου υπόψη του τρόπου δόμησης και λειτουργίας του ισχύοντος στην Ελλάδα συστήματος εγγυημένων τιμών, είναι εξόχως αμφίβολο αν ένα τέτοιο μέτρο μπορεί να θεωρηθεί απαγορευμένη κρατική ενίσχυση κατά το άρθρο 107 παρ. 1 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Σύμφωνα με τον κ. Μεταξά, επικουρικά με τη βασική νομική επιχειρηματολογία, υπάρχει και διατυπώνεται ισχυρή, επίσης, επιχειρηματολογία, που στοιχειοθετεί την κατ’ εξαίρεση συμβατότητα με το ευρωπαϊκό δίκαιο ενός τέτοιου μέτρου στήριξης της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας «κατ’ επίκληση της τρέχουσας ιδιαίτερα σοβαρής διαταραχής και ύφεσης της ελληνικής οικονομίας».
Διεθνή παραδείγματα
Στη γνωμοδότηση περιλαμβάνονται και αναφορές σε άλλα διεθνή παραδείγματα εφαρμογής του λεγόμενου «local content requirement» για τη στήριξη της παραγωγής φωτοβολταϊκού εξοπλισμού συγκεκριμένης προέλευσης. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι η Ιταλία έχει θεσμοθετήσει την προνομιακή στήριξη των επενδυτών που χρησιμοποιούν ευρωπαϊκό εξοπλισμό, γεγονός που έχει ήδη πολύ θετικά αποτελέσματα προς όφελος των ευρωπαϊκών εταιρειών στον ανταγωνισμό τους με εταιρείες τρίτων χωρών όπως η Κίνα που αποτελεί μόνιμα τον εμπορικό… εφιάλτη των Ευρωπαίων και Αμερικανών κατασκευαστών.
Θετικό το υπουργείο
Σύμφωνα με όσα αναφέρει στο energypress υψηλόβαθμη πηγή του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η με κάθε τρόπο ενίσχυση των εγχώριων κατασκευαστών εξοπλισμού αποτελεί προτεραιότητα τόσο στο πλαίσιο πιθανών μεγάλων επενδυτικών σχεδίων που θα πραγματοποιηθούν στη χώρα, όσο και για την τρέχουσα εγκατάσταση μικρών και μεγάλων φωτοβολταϊκών συστημάτων. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου εμφανίζεται μάλιστα να έχει ήδη μελετήσει το προηγούμενο ευρωπαϊκών χωρών που έχουν δημιουργήσει κίνητρα για να προτιμούνται τα εγχώρια ή ευρωπαϊκά συστήματα, προκειμένου να ενσωματώσει, ανάλογες ρυθμίσεις, εάν αυτό καταστεί εφικτό, στη συνολική πολιτική για τις εγγυημένες τιμές απορρόφησης του πράσινου ρεύματος (feed in tariffs) που αξιολογείται το διάστημα αυτό.
Έχουμε βιομηχανία
Πρέπει να σημειωθεί ότι η χώρα μας διαθέτει μια αξιοσημείωτη βιομηχανική δραστηριότητα στον τομέα των φωτοβολταϊκών. Πέντε εργοστάσια κατασκευής πάνελς παρήγαγαν το 2010 περίπου 51 μεγαβάτ, και έδωσαν δουλειά σε περίπου 800 εργαζόμενους. Τα πέντε αυτά εργοστάσια, είναι οι μονάδες της Heliosphera στην Τρίπολη με παραγωγή πέρυσι 24 MWp, της Solar Cells Hellas σε Πάτρα και Θήβα (10 MWp), της Silcio-Piritium στην Πάτρα (7,76 MWp), καθώς επίσης των Exel Group και Stel Solar στο Κιλκίς, (με 8 MWp και 1,3 MWp αντίστοιχα).
Αλλά και στον τομέα των βάσεων εγκατάστασης σημειώνεται σημαντική ανάπτυξη, με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις την εταιρεία Mechatron, που θεωρείται leader στο χώρο των trackers στην ελληνική αγορά, και έχει ανοίξει ήδη τις πόρτες απαιτητικών αγορών όπως η Γερμανία, η Γαλλία κ.λπ., την Exel Group και την Alumil. Ο τομέας μάλιστα των trackers αποτελεί μια ειδική περίπτωση καθώς έχει εκ των πραγμάτων μεγάλο ποσοστό προστιθέμενης αξίας (μεγάλες ποσότητες εγχωρίως παραγόμενου χάλυβα και απασχόληση πολλών περιφερειακών βιοτεχνιών κ.λπ.) και οι εγχώριες βιομηχανίες έχουν περίπου το 75% της ελληνικής αγοράς.
Σε επίπεδο απασχόλησης, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΦ, στο τέλος του 2010 είχαν δημιουργηθεί στον κλάδο των φωτοβολταικών 4.250 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης.

Σωτήρης Καπέλλος: Τι πρέπει να γίνει για «πράσινες ταρίφες», τέλος ΑΠΕ και Οριακή Τιμή


Το 2011 είναι αναμφισβήτητα μια σκληρή χρονιά για την οικονομία της χώρας και τους πολίτες. Ελάχιστοι τομείς της οικονομίας κατάφεραν να κρατήσουν ένα θετικό πρόσημο εν μέσω της οικονομικής δυσπραγίας και της αλματώδους αύξησης της ανεργίας. Μέσα σ’ αυτό το δυσοίωνο κλίμα, υπάρχει ένας τομέας που ξεχωρίζει. Που κατάφερε να υπερδιπλασιάσει τον κύκλο εργασιών του και να δημιουργήσει χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Είναι τα φωτοβολταϊκά, ο πιο γρήγορα αναπτυσσόμενος τομέας της ενεργειακής οικονομίας.
Μέσα στο 2011, η νέα εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών στη χώρα μας θα ξεπεράσει τα 300 μεγαβάτ (MW), ανεβάζοντας τη συνολικά εγκατεστημένη ισχύ σε πάνω από 500 MW. Το πιο δυναμικό κομμάτι της αγοράς φωτοβολταϊκών, αυτό των οικιακών συστημάτων, θα έχει ένα μερίδιο κοντά στο 20% όταν δύο μόλις χρόνια πριν δεν υφίστατο ως αγορά. Για να έχουμε μια σύγκριση, το 2011 στην Ελλάδα θα εγκατασταθεί το ¼ των οικιακών συστημάτων που θα εγκαταστήσουν οι ΗΠΑ. Την ίδια ώρα, τα φωτοβολταϊκά καλύπτουν ήδη το 3% των αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.
Η ανάπτυξη αυτή έχει φέρει και μια άνθηση στην απασχόληση.Σήμερα, η ελληνική αγορά φωτοβολταϊκών προσφέρει άμεσα 6.800 θέσεις πλήρους απασχόλησης και 10.800 ακόμη έμμεσες θέσεις πλήρους απασχόλησης στην ευρύτερη οικονομία. Μόνο στον τομέα των οικιακών φωτοβολταϊκών δραστηριοποιούνται πάνω από 1.200 εταιρίες, ενώ λειτουργούν και πέντε μονάδες παραγωγής φωτοβολταϊκών και δεκάδες άλλες επικουρικού εξοπλισμού.
Υπολογίζεται ότι, για κάθε ευρώ που επενδύουμε στα φωτοβολταϊκά, η κοινωνία παίρνει πίσω τουλάχιστον 1,15 ευρώ (έχοντας οφέλη από αποφυγή δημιουργίας νέων συμβατικών υποδομών, από αποφυγή κόστους ρύπανσης, από δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, κ.λπ). Όσο περισσότερα λοιπόν επενδύουμε στα φωτοβολταϊκά, τόσο καλύτερα για την ενεργειακή ασφάλεια και την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας. Για αυτό το λόγο, ο ΣΕΦ εμμένει στο αίτημά του να αυξηθεί ο εθνικός στόχος για τα φωτοβολταϊκά έως το 2020. Ο ΣΕΦ έχει από καιρό προτείνει να καλυφθεί με φωτοβολταϊκά τουλάχιστον το 12% των αναγκών της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια ως το 2020. Ήδη μια πρόσφατη υπερσυντηρητική μελέτη της ΔΕΗ έχει δείξει ότι τα υφιστάμενα δίκτυα επαρκούν για την άμεση σύνδεση 5.500 MW φωτοβολταϊκών, διαψεύδοντας όσους ισχυρίζονται ότι για την παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων ηλιακής ενέργειας απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές δικτύων.
Όλα αυτά είναι απόρροια του γενναίου θεσμικού πλαισίου που ξεκίνησε το 2006 και συνεχίζει βελτιούμενο μέχρι σήμερα.
Κάθε νόμισμα όμως έχει δύο όψεις. Δίπλα στις αναμφισβήτητες επιτυχίες του κλάδου, ελλοχεύουν μια σειρά από κίνδυνοι και προβλήματα για το μέλλον της πράσινης αυτής αγοράς. Η έλλειψη ρευστότητας που ταλανίζει όλη την οικονομία δεν αφήνει ανέγγιχτα και τα φωτοβολταϊκά. Η εξεύρεση χρηματοδότησης γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη και οι όροι της χρηματοδότησης δυσχεραίνουν. Τα προβλήματα διασύνδεσης με το δίκτυο παραμένουν εν πολλοίς άλυτα, με χιλιάδες επενδυτές να μη γνωρίζουν αν, πότε, και με τι κόστος θα συνδεθούν. Η αγορά ταλανίζεται από σειρά στρεβλώσεων που αποτελούν τροχοπέδη στην υγιή ανάπτυξη της. Σταχυολογούμε ορισμένες απ’ αυτές, ξεκινώντας από το Τέλος ΑΠΕ, το εργαλείο δηλαδή που σήμερα χρησιμοποιείται για την ενίσχυση των ΑΠΕ.
Η ονομασία του “Τέλους ΑΠΕ” υπονοεί πως πρόκειται για μια δαπάνη, την οποία υφίσταται ο κάθε καταναλωτής ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να ενισχυθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Ωστόσο, το σημερινό σύστημα υπολογισμού του Τέλους ΑΠΕ είναι στρεβλό και άδικο για τους καταναλωτές. Με τον τρόπο που γίνεται σήμερα ο υπολογισμός του Τέλους ΑΠΕ, στην ουσία ευνοούνται οι προμηθευτές ενέργειας (πρωτίστως δηλαδή η ΔΕΗ) και επιβαρύνεται αναίτια ο καταναλωτής. Συγκεκριμένα:
1. Η Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ) δεν υπολογίζεται σωστά, γιατί δεν περιλαμβάνει το κόστος πρόσβασης στο λιγνίτη και το κόστος της χρήσης των υδάτων από τη ΔΕΗ στα μεγάλα υδροηλεκτρικά. Οι εθνικοί αυτοί πόροι καταναλώνονται δωρεάν από τη ΔΕΗ.
2. Η ΟΤΣ δεν υπολογίζεται σωστά, γιατί δεν περιλαμβάνει το κόστος των ρύπων των θερμικών μονάδων που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα, ούτε και το κόστος των Αποδεικτικών Διαθέσιμης Ισχύος(ΑΔΙ), με τα οποία επιδοτούνται άμεσα οι μονάδες αυτές.
3. Οι καταναλωτές πληρώνουν δυο φορές για τον ίδιο σκοπό, μόνο που ένα μέρος το καρπώνεται τελικά ο προμηθευτής, δηλαδή η ΔΕΗ, και όχι οι ΑΠΕ. Η είσοδος περισσότερων ΑΠΕ στο σύστημα, “αποβάλλει” τις ακριβές ρυπογόνες θερμικές μονάδες και ρίχνει την ΟΤΣ, δηλαδή το κόστος προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας από τη ΔΕΗ, η οποία, ωστόσο, εξακολουθεί να την πουλάει ακριβά στον τελικό καταναλωτή, παρότι την αγόρασε φθηνότερα.
Είναι σαφές ότι απαιτούνται δραστικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται το τέλος ΑΠΕ, ώστε να αντιπροσωπεύει το πραγματικό ύψος των ενισχύσεων που αποδίδονται στις ΑΠΕ και όχι να συμπεριλαμβάνει άσχετες προς τις ΑΠΕ ενισχύσεις (ρυπογόνων μονάδων ή της κερδοφορίας των προμηθευτών). Μόνο έτσι θα καταστεί δυνατό να εκτιμηθεί το πραγματικό ύψος των ενισχύσεων που απαιτούνται για την προώθηση των ΑΠΕ, ώστε, και να επιτύχουμε τους εθνικούς στόχους και να πάψουν να συκοφαντούνται αδίκως οι ΑΠΕ και ειδικότερα τα φωτοβολταϊκά.
Τελευταία μάλιστα έχει ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος για το αν θα πρέπει να αλλάξει το καθεστώς ενίσχυσης των φωτοβολταϊκών. Ο ΣΕΦ πιστεύει ότι οι κυοφορούμενες αλλαγές ή περαιτέρω ρυθμίσεις, σε ότι αφορά την ενίσχυση των φωτοβολταϊκών θα πρέπει να διασφαλίζουν δύο παραμέτρους: τη βιωσιμότητα της αγοράς και των επενδύσεων και τη λελογισμένη επιβάρυνση των καταναλωτών.
Ειδικά σε ότι αφορά τη δεύτερη παράμετρο, ο ΣΕΦ πιστεύει ότι, οποιασδήποτε συζήτησης, θα πρέπει να προηγηθεί ριζική αναθεώρηση του τρόπου υπολογισμού της ΟΤΣ και του τέλους ΑΠΕ, ώστε να αποκαλυφθεί και να υπολογιστεί το πραγματικό ύψος της ενίσχυσης την οποία λαμβάνουν τα φωτοβολταϊκά και οι άλλες ΑΠΕ. Η εκτίμηση του ΣΕΦ είναι ότι με τους υφιστάμενους εθνικούς στόχους για τα φωτοβολταϊκά δεν τίθεται σε κίνδυνο η βιωσιμότητα του ΔΕΣΜΗΕ.
Στην περίπτωση και μόνο που οι εθνικοί στόχοι αναθεωρηθούν και εφόσον οι διαφανείς υπολογισμοί των ενισχύσεων υποδείξουν την ανάγκη προσαρμογών, ο ΣΕΦ πιστεύει ότι αυτές θα πρέπει να αφορούν όλες τις ΑΠΕ.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να προστατευθεί η φιλοσοφία και “αρχιτεκτονική” του ισχύοντος νόμου για τις ΑΠΕ (Ν.3851/2010) και θα πρέπει να αποκλειστούν αναδρομικές μειώσεις των εγγυημένων τιμών ή άλλου είδους ανορθόδοξες παρεμβάσεις σε υφιστάμενα ή/και ώριμα έργα.
--------------------------------------
O κ. Σωτήρης Καπέλλος είναι γραμματέας του ΣΕΦ

Διπλασιασμό των επενδύσεων ΑΠΕ παγκοσμίως ως το 2020, "βλέπει" έκθεση του Bloomberg


Διπλασιασμό των επενδύσεων σε ΑΠΕ μέσα στην επόμενη δεκαετία, που από τα 195 δισ. δολάρια το 2010 αναμένεται να φτάσουν στα...395 δισ. δολάρια το 2020, με την είσοδο στον παγκόσμιο χάρτη νέων παικτών όπως η Ινδία, η Μ. Ανατολή, η Αφρική και η Λ. Αμερική, "βλέπει" έκθεση της διεθνούς φήμης εταιρείας παροχής αναλύσεων σε θέματα ενέργειας Bloomberg Energy Finance.
Στην έκθεση, που φέρει τον τίτλο «Global Renewable Energy Market Outlook», παρουσιάζονται οι σημαντικότερες εξελίξεις που αναμένεται να διαμορφώσουν την πράσινη παγκόσμια αγορά ως το 2030, όταν δηλαδή σύμφωνα με τους συντάκτες της, το κόστος των επενδύσεων σε ΑΠΕ διεθνώς, θα έχει εκτιναχθεί στο... μισό περίπου τρισεκατομμύριο δολάρια (460 δισ. για την ακρίβεια) ! Σαν αποτέλεσμα, σε 20 χρόνια από σήμερα, το 15,7% της συνολικής παραγόμενης ενέργειας του πλανήτη θα προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές (συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών), όταν το αντίστοιχο ποσοστό για το 2010 ήταν 12,6%.
Σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή των επενδύσεων, η έκθεση προβλέπει ότι η Ευρώπη θα παραμείνει μια από τις μεγαλύτερες αγορές στον τομέα των ΑΠΕ για τα επόμενα τρία χρόνια, αλλά με συνεχώς μειούμενο μερίδιο στις παγκόσμιες επενδύσεις, καθώς οι κυβερνήσεις των κρατών της Ε.Ε. αναμένεται να περιορίσουν ακόμη περισσότερο την παροχή οικονομικών κινήτρων, εξαιτίας των προβλημάτων χρέους που αντιμετωπίζουν. Έστω πάντως και με μειούμενο ρυθμό, η ανάπτυξη στην ευρωπαϊκή αγορά θα συνεχιστεί και μετά το 2015, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της Ε.Ε. για τις ΑΠΕ έως το 2020. 
«Βλέπει» Ινδία, Μ. Ανατολή, Αφρική, Λ. Αμερική
Ενδιαφέρον στοιχείο της έρευνας αποτελεί και η πρόβλεψη ότι το2014 θα είναι το έτος κατά το οποίο η Κίνα θα ξεπεράσει την Ευρώπη στον τομέα των ΑΠΕ, με ετήσιες επενδύσεις λίγο κάτω από τα 50 δισ. δολ. Η μεγαλύτερη, ωστόσο, αύξηση αναμένεται να παρουσιαστεί στις ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ινδίας, της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, με προβλεπόμενα ποσοστά αύξησης της τάξης του 10%-18% ετησίως κατά την περίοδο έως το2020. Όσον αφορά στις ΗΠΑ και στον Καναδά, η έκθεση προβλέπει διαρκή επιβράδυνση, με τις συνολικές τους επενδύσεις να φτάνουν τα50 δισ. δολ. το 2020.
Αναφορικά με τις επιμέρους τεχνολογίες ΑΠΕ, σύμφωνα με την έκθεση η μείωση του κόστους θα τονώσει την ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας, που κατατάσσεται στη δεύτερη θέση από πλευράς ανάπτυξης (τη πρώτη θέση κατέχουν τα υπεράκτια αιολικά) καθώς από 51GW εγκατεστημένης ισχύος το 2010 θα φτάσει στα…1.137GW το 2030 ! Μια τέτοια αύξηση, σύμφωνα με την έκθεση, θα απαιτήσει τεράστια κεφάλαια κάθε χρόνο, με μέσο όρο ετήσιου κόστους πάνω από τα 130 δισ. δολ. από το 2010 έως το 2030, σε σχέση με τα 86 δισ. δολ. του 2010. Ο τομέας της αιολικής ενέργειας (χερσαία και υπεράκτια αιολικά) θα συνεχίσει να επεκτείνεται και θα προσελκύσει επενδύσεις ύψους 140 δισ. δολ. το 2020 και 206 δισ. δολ. ετησίως από το 2030 – το αντίστοιχο ποσό για το 2010 ήταν στα82 δισ. δολ. 
Νέοι παίκτες στα αιολικά, άνοδος στη βιεονέργεια
Παράλληλα, η έκθεση προβλέπει ότι στον τομέα των αιολικών θα αναδειχθούν νέες αγορές όπως η Λατινική Αμερική, η Τουρκία, ηΑφρική και η Αυστραλία. Σε αυτές τις χώρες, αναφέρει η έκθεση, η ανάπτυξη ευνοείται από μια σειρά παράγοντες όπως η αυξανόμενη ζήτηση για ενέργεια και η τάση για διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος.
Τέλος, αύξηση των επενδύσεων αναμένεται και στον τομέα τηςβιοενέργειας. Ειδικότερα, οι επενδύσεις σε βιοκαύσιμα, βιομάζα και μετατροπή αποβλήτων σε ενέργεια προβλέπεται να αυξηθεί από τα 14δισ. δολ. το 2010 στα 80 δισ. δολ. το 2020 και να παραμείνει σε αυτό το επίπεδο και κατά την επόμενη δεκαετία.